Συμβουλές για τους Γονείς
Η ανάπτυξη των ανθρώπινων συμπεριφορών αποτελεί μια διαδικασία που παρατηρείται από τη βρεφική ηλικία και συνεχίζει καθ’ όλη την πορεία ζωής του ανθρώπου.
Ενώ υπάρχουν συμπεριφορές τις οποίες οι γονείς επιθυμούν να εμφανίζουν τα παιδιά τους (π.χ. χαμόγελο, βλεματική επαφή, επικοινωνία), άλλες συμπεριφορές φαίνεται να ενοχλούν τόσο τους γονείς όσο και τον περίγυρο των παιδιών. Μια από αυτές μπορεί να θεωρηθεί η επιθετικότητα, η οποία εμφανίζεται με διάφορους τρόπους στις πρώτες ηλικίες, όπου η έλλειψη άμεσης και κατάλληλης παρέμβασης μπορεί να επιφέρει δυσκολία στον μετέπειτα έλεγχό της.
Προτού όμως –γονείς, εκπαιδευτικοί και ψυχολόγοι- τρέξουμε να ονομάσουμε μια ομάδα συμπεριφορών ως επιθετικές ή ανεπιθύμητες, είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε τα σημεία όπου αυτές οι συμπεριφορές είναι φυσιολογικό να αναπτύσσονται.
Έτσι, γνωρίζοντας την ανάγκη των βρεφών ηλικίας 9-18 μηνών να εξερευνήσουν τον κόσμο μέσα από την επεξεργασία των περιβαλλοντικών τους ερεθισμάτων, αναμένουμε από αυτά να δαγκώνουν και να σπρώχνουν τους μεγαλύτερους ή να τραβούν τα μαλλιά της μαμάς, χωρίς όμως να έχουν πρόθεση να βλάψουν τους γύρω τους.
Συνεπώς, σε αυτή την περίπτωση οι συμπεριφορές μπορούν να θεωρηθούν ως τυπικές και φυσιολογικές, και ο τρόπος με τον οποίο οι γονείς μπορούν να τις προσεγγίσουν είναι δείχνοντας στα βρέφη εναλλακτικές επιθυμητές συμπεριφορές (π.χ. χαϊδεύω τα μαλλιά της μαμάς).
Μεγαλώνοντας, η ένταση και η συχνότητα των συμπεριφορών μπορεί να αλλάξει, όπως πιθανόν να αλλάξει και ο σκοπός που κρύβεται πίσω από αυτές.
Έτσι, στην ηλικία των 2 και 3 ετών και στις περιπτώσεις όπου το παιδί επιμένει στην εκδήλωσή τους, πιθανόν οι συμπεριφορές να αποσκοπούν στην κατάκτηση της προσοχής των γονιών.
Εδώ, οι γονείς καλούνται με σταθερό ύφος και τόνο να πουν «όχι» στο παιδί ενώ εκδηλώνει τέτοιες συμπεριφορές, να συνεχίσουν δείχνοντας την κατάλληλη συμπεριφορά και να επαινέσουν με το βλέμμα, το χαμόγελο, τα λόγια και τη στάση τους, κάθε προσπάθεια για εκδήλωσή της.
Ενώ η επιθετική και ανεπιθύμητη συμπεριφορά συνεχίζει να εκδηλώνεται, οι γονείς μπορούν να συνεχίζουν την παρέμβασή τους αγνοώντας την, αφαιρώντας δηλαδή όλη τους την προσοχή σε κάθε εκδήλωσή της.
Πέρα από την ικανότητα του παιδιού σε αυτή την ηλικία να κατανοήσει τον έπαινο, μπορεί επίσης να κατανοήσει τη λεκτική επίπληξη (π.χ. «μην το κάνεις αυτό») η οποία είναι σημαντικό να ακολουθεί αμέσως την ανεπιθύμητη συμπεριφορά, με την αγνόηση όμως να αποτελεί μια περισσότερο αποτελεσματική τεχνική σε αυτές τις καταστάσεις.
Πριν όμως οι γονείς εφαρμόσουν τα πιο πάνω, είναι απαραίτητο να βεβαιωθούν ότι προσφέρουν στα παιδιά την αναγκαία προσοχή και σημασία, ώστε τα ίδια να μην οδηγούνται στο να την επιζητούν με λανθασμένους τρόπους (Rijlaarsdam et al., 2016).
Ανεξάρτητα με το ηλικιακό στάδιο στο οποίο βρίσκεται το παιδί, οι γονείς χρειάζεται να είναι προσεκτικοί να μην αντιμετωπίζουν ως αστείο τις συμπεριφορές του παιδιού που επιθυμούν να μειώσει.
Ωστόσο, ισχυρή επίδραση στις συμπεριφορές που τα παιδιά θα αναπτύξουν, αποτελεί ο τρόπος με τον οποίο οι ίδιοι οι γονείς συμπεριφέρονται στο σπίτι οι οποίοι καλούνται να λειτουργούν ως πρότυπα και μοντέλα συμπεριφοράς των παιδιών τους.
Τέλος, το παιχνίδι έρχεται να δώσει την ευκαιρία στους γονείς να περάσουν ποιοτικό χρόνο με τα παιδιά τους και την ίδια στιγμή να τα «εκπαιδεύσουν» μέσα από αυτό, μαθαίνοντάς τα κατάλληλες και επιθυμητές συμπεριφορές όπως: περιμένω τη σειρά μου, μιλώ με ευγένεια, δεν σπρώχνω, και προτρέποντάς τα να εφαρμόσουν αυτές τις συμπεριφορές και στα υπόλοιπα πλαίσια (Nelsen, 2018).
Ιφιγένεια Στυλιανού, Σχολική Ψυχολόγος Κέντρο Κλινικής Ψυχολογίας και Μελετών Ψυχικής Υγείας Διδακτορική Φοιτήτρια Κλινικής Ψυχολογίας, Πανεπιστήμιο Κύπρου